Μελέτη: Οι δερματικές λοιμώξεις αυξάνουν τον κίνδυνο αλλεργικού άσθματος!
Μια μελέτη από το MedUni Vienna δείχνει πώς οι βακτηριακές δερματικές λοιμώξεις μπορούν να επιδεινώσουν το αλλεργικό άσθμα. Λεπτομέρειες για την έρευνα και τα αποτελέσματα.
Μελέτη: Οι δερματικές λοιμώξεις αυξάνουν τον κίνδυνο αλλεργικού άσθματος!
Μια πρόσφατη μελέτη του Ιατρικού Πανεπιστημίου της Βιέννης και του Ερευνητικού Κέντρου Μοριακής Ιατρικής CeMM δείχνει ανησυχητικά αποτελέσματα σχετικά με τις επιπτώσεις των δερματικών λοιμώξεων στο ανοσοποιητικό σύστημα. Η έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο φημισμένο περιοδικό Science Immunology, εξετάζει τις συνέπειες της τοπικής μόλυνσης με Staphylococcus aureus (S. aureus) και τη μακροπρόθεσμη επίδρασή του στην ανοσολογική απόκριση στα ποντίκια. Το S. aureus μπορεί να λειτουργήσει ως ακίνδυνο και παθογόνο και παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη δερματικών λοιμώξεων.
Μετά από μόλυνση με S. aureus, όχι μόνο τα κοκκιοκύτταρα των ουδετερόφιλων αλλά και τα ηωσινόφιλα μεταναστεύουν στην περιοχή της φλεγμονής. Τα ηωσινόφιλα είναι ένας τύπος λευκών αιμοσφαιρίων που είναι ιδιαίτερα σημαντικός σε αλλεργικές ασθένειες. Η έρευνα δείχνει ότι μια τέτοια μόλυνση του δέρματος οδηγεί σε μόνιμες αλλαγές στον μυελό των οστών, όπου παράγονται τα ηωσινόφιλα. Αυτά τα ηωσινόφιλα, που απομονώθηκαν από μολυσμένα ποντίκια, εμφανίζουν μια προφλεγμονώδη υπογραφή που επιμένει ακόμη και μετά την υποχώρηση της λοίμωξης.
Μακροχρόνιες συνέπειες και αλλεργίες
Τα μολυσμένα ποντίκια ανέπτυξαν αυξημένη προκαλούμενη από αλλεργία φλεγμονή στους πνεύμονες αφού ήρθαν σε επαφή με αλλεργιογόνα ακάρεων οικιακής σκόνης. Εκτός από τον αυξημένο αριθμό ηωσινόφιλων στον πνευμονικό ιστό, αυτά τα ζώα παρουσίασαν επίσης σημαντικά αυξημένη παραγωγή αντισωμάτων που προάγουν την αλλεργία και εξασθενημένη πνευμονική λειτουργία. Αποδείχθηκε ότι η αυξημένη ανοσολογική αντίδραση μεσολαβείται από τα ηωσινόφιλα από τον αλλοιωμένο μυελό των οστών.
Πιο συγκεκριμένα, η μεταμόσχευση ηωσινοφίλων από μολυσμένα ποντίκια σε υγιή ποντίκια οδήγησε σε αυξημένη αλλεργική φλεγμονή. Η επίδραση δύο αγγελιαφόρων ουσιών, της ιντερλευκίνης-33 (IL-33) και του C5a, αποδεικνύεται επίσης καθοριστική για αυτές τις ανοσολογικές αλλαγές. Η IL-33 προάγει τον πολλαπλασιασμό των ηωσινοφίλων στο μυελό των οστών, ενώ το C5a είναι υπεύθυνο για την κατεύθυνση των αλλαγών στα κύτταρα του ανοσοποιητικού στους πνεύμονες. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, ο στοχευμένος αποκλεισμός αυτών των οδών σηματοδότησης θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει μια πολλά υποσχόμενη στρατηγική θεραπείας για αλλεργικές ασθένειες όπως το άσθμα.
Πρόσθετες πληροφορίες για το άσθμα και τις αλλεργίες
Η έρευνα είναι συνεπής με προηγούμενες μελέτες που εξετάζουν το ρόλο των ηωσινόφιλων και των βασεόφιλων στις ασθματικές αντιδράσεις. Μελέτες έχουν δείξει ότι τα βασεόφιλα είναι λιγότερο εμφανή στους βρόγχους των ασθματικών από τα ηωσινόφιλα και τα μαστοκύτταρα, τα οποία εμφανίζονται σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα. Συγκρίνοντας βρογχικές βιοψίες από ατοπικά και μη ατοπικά άτομα, βρέθηκε ότι τα βασεόφιλα παίρνουν βάρος αλλά εξακολουθούν να αποτελούν λιγότερο από το 10% των ηωσινόφιλων.
Αυτές οι ανοσολογικές αποκρίσεις είναι ζωτικής σημασίας γιατί αντιπροσωπεύουν τους αμυντικούς μηχανισμούς του οργανισμού έναντι των λοιμώξεων. Η προσαρμοστική ανοσοαπόκριση μπορεί να πυροδοτηθεί από περιβαλλοντικά αντιγόνα όπως η γύρη ή τα τρόφιμα και να οδηγήσει σε αλλεργικές αντιδράσεις. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, οι αλλεργικές ασθένειες έχουν αυξηθεί, ιδιαίτερα στον δυτικό κόσμο. Η επίδραση των περιβαλλοντικών παραγόντων και των γενετικών προδιαθέσεων παίζει σημαντικό ρόλο.
Συνοπτικά, τα τρέχοντα ερευνητικά αποτελέσματα δείχνουν ότι οι βακτηριακές λοιμώξεις του δέρματος όχι μόνο προκαλούν οξείες αντιδράσεις, αλλά μπορούν επίσης να προκαλέσουν μακροπρόθεσμες αλλαγές στο ανοσοποιητικό σύστημα που συμβάλλουν στην ανάπτυξη αλλεργιών και άσθματος. Αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για περαιτέρω μελέτες για την ανάπτυξη πιθανών θεραπευτικών προσεγγίσεων και για την εμβάθυνση της κατανόησης των συνδέσεων μεταξύ δερματικών λοιμώξεων και αλλεργικών αντιδράσεων.
Για περισσότερες πληροφορίες, διαβάστε την πλήρη μελέτη OTS, PubMed και PMC.